4.10.09

DNA για της αιτήσεις ασύλου

Στο άλλο μου ιστολόγιο αναφέρομαι στην πληροφορία πως η Βρετανική υπηρεσία συνόρων (UK Border Agency) προχωράει σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα χρήσης DNA για την εξακρίβωση των στοιχείων ατόμων που κάνουνε αίτηση ασύλου. Το πρόγραμμα αυτό θα βασίζεται σε συνδυασμό τεστ χρωματοσώματος Υ, μιτοχονδριακού και αυτοσωματικού DNA και στο γεγονός πως η γεωγραφική και εθνική καταγωγή κάποιου συναρτάται με τα γενετικά του χαρακτηριστικά.

Πρέπει να τονίσουμε εδώ πως κανένα τεστ δεν μπορεί με απόλυτη ακρίβεια να διαπιστώσει αν κάποιος είναι πολίτης μιας χώρας. Αρκετοί Έλληνες πολίτες (π.χ. ορισμένα μέλη της Μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης) δε μιλάνε Ελληνικά ή τα μιλάνε σπαστά (όπως π.χ. ορισμένοι Έλληνες της διασποράς που έχουνε διατηρήσει την Ελληνική τους ιθαγένεια). Αντιστρόφως υπάρχουν μη Έλληνες πολίτες (π.χ. οικονομικοί μετανάστες) που μιλάνε άπταιστα τα Ελληνικά. Άρα ούτε ένα γλωσσολογικό τεστ θα είχε απόλυτη επιτυχία.

Ούτε ένα γενετικό τεστ μπορεί να το πετύχει: υπάρχουν Έλληνες πολίτες (π.χ. ο Σχορτσανίτης) που δεν έχουνε τυπικό Ελληνικό γενετικό προφίλ. Αντιστρόφως υπάρχουν μη Έλληνες πολίτες (π.χ. Ελληνογενείς κάτοικοι γειτονικών χωρών) που ομοιάζουν γενετικά με τους Έλληνες.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στις χώρες προέλευσης μεταναστών και προσφύγων: ούτε η γλώσσα ούτε το DNA αρκούν για να οριοθετήσουν τους πολίτες τους, αλλά σίγουρα συναρτώνται με την πολιτική ιδιότητα σε κάποιο βαθμό. Γι'αυτό έχει νόημα η χρησιμοποίησή τους, αν υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Απόλυτη επιτυχία δεν είναι δυνατή --με οποιοδήποτε τεστ-- αλλά αν δεχτούμε πως ένα κράτος δεν πρέπει αν δέχεται ή να απορρίπτει άνευ σοβαρής εξετάσεως ένα αίτημα ασύλου, η χρησιμοποίηση των τεχνολογικών μέσων είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η πρωτοβουλία των βρετανικών αρχών έχει θορυβήσει αρκετούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων κάποιων γενετιστών. Άλλοι αντιδρούν στην χρήση DNA για οποιοδήποτε σκοπό, άλλοι λένε πως η τεχνολογία δεν έχει ωριμάσει και πως ο καθορισμός της εθνικότητας με βάση τη γενετική είναι αδύνατος ή πολύ δύσκολος, και δεν βλέπουν σαφείς εγγυήσεις για την ποιότητα των γενετικών τεστ και τον καθορισμό του ρόλου τους σε ολόκληρη τη διαδικασία ασύλου.

Κατά την προσωπική μου γνώμη, η χρήση DNA είναι θεμιτή εφόσον γίνεται με διαφανή τρόπο. Οι γενετικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται, καθώς και τα δείγματα αναφοράς των διαφόρων πληθυσών πρέπει να είναι γνωστά, καθώς και η μέθοδος στατιστικής επεξεργασίας τους. Ο δε ρόλος τους πρέπει να είναι συμπληρωματικός, π.χ. ενισχυτικός της υποθέσεως πως ο τάδε ή δείνα προέρχεται από τη Σομαλία και όχι από κάποια άλλη Αφρικανική χώρα, και κάθε υπόθεση να κρίνεται με βάση τα προσωπικά της χαρακτηριστικά.

Ένα τέτοιο σύστημα θα βοηθήσει το κράτος να επικεντρώνει την προσοχή του στα πλέον σοβαρά περιστατικά, και να απορρίπτει τα επιπόλαια αιτήματα ασύλου από οικονομικούς μετανάστες που χρησιμοποιούν την αδυναμία απέλασής τους προς συγκεκριμένες χώρες (π.χ. Σομαλία, Ιράκ ή Αφγανιστάν) για να παραμείνουν παράνομα σε μια χώρα.